Category / Uncategorized

Uncategorized

Η αγάπη γεννιέται, στα διαλείμματα του έρωτα..

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου

Μην γελιέσαι και μην παίζεις με την λέξη αγάπη. 
Αργεί πολύ να μπει στο ισοζύγιο μιας σχέσης. Περνάει από σαράντα κύματα, δοκιμάζεται σε όλους τους καιρούς και με όλες τις καταιγίδες. 
Μπερδεύεται ανάμεσα σε πάθη κι έρωτες, σε αξημέρωτα βράδια και ζήλεια, σε πόθο και καβγάδες. 
Η αγάπη, δεν έχει ποτέ να κάνει με δώρα και λουλούδια. 
Δεν αναγνωρίζει αυτά τα μικρά.. 

Περιμένει υπομονετικά, ανάμεσα στα διαλείμματα του έρωτα, να πάρει τη σειρά της. 
Στέκεται εκεί αγέρωχη και παρατηρεί δυο ανθρώπους να γίνονται ένα, να χάνονται ο ένας μέσα στον άλλο. 
Να δίνουν μάχες τα χείλια τους, να σπαράζουν τα κορμιά τους, να χάνονται μέσα στον έρωτα και την καύλα. 
Στέκει εκεί και περιμένει να περάσει η καταιγίδα. Να εξαντληθούν, να αποτελειώσουν τις αντοχές τους και ξέπνοοι να μείνουν ο ένας απέναντι στον άλλο και να συστηθούν, αυτή τη φορά αληθινά. 

Η αγάπη, δεν φορά τα φίλτρα του έρωτα. Δεν χάνεται ανάμεσα σε πάθη, λάθη και πόθο. 

Η αγάπη, έρχεται, όταν ο έρωτας έχει χορτάσει και είναι έτοιμος να παραδοθεί.. και να ξαναγεννηθεί! 

Uncategorized

Με τον άνθρωπό σου, το αμοιβαίο μαζί, είναι ελεύθερο, χωρίς όρους και επιβολή!

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου 

Ξέρεις τι δεν θα γίνει ποτέ ο άνθρωπός σου; 
Ρίσκο. 
Από την πρώτη στιγμή που θα τον συναντήσεις, θα καταλάβεις γιατί όλοι οι άλλοι ήταν ρίσκο. Γιατί όλα όσα έζησες μέχρι τώρα είχαν ένα κενό. 
Θα καταλάβεις γιατί όσο ιδανικές κι αν ήταν οι συνθήκες, όσο δυνατά κι αν ήταν τα συναισθήματα, υπήρχε μια αόρατη κλωστή που σε κράταγε μισό βήμα πίσω. 
Θα καταλάβεις, πως δεν ήταν ο άνθρωπός σου. 

Ξέρεις τι δεν θα νιώσεις ποτέ για τον άνθρωπό σου; 
Φόβο. 
Δεν θα φοβηθείς να του μιλήσεις. Δεν θα φοβηθείς να μοιραστείς και να εμπιστευτείς. Δεν θα χρειαστείς κομμάτια για σένα και στεγανά. Δεν θα μετρήσεις τις λέξεις σου, δεν θα φιλτράρεις ούτε τα λόγια ούτε τα συναισθήματά σου. Γιατί ξέρεις, πως είναι ο άνθρωπός σου κι είναι αδιαπραγμάτευτα παρόν, ό,τι και να γίνει. 

Ξέρεις τι δεν θα ζήσεις ποτέ με τον άνθρωπό σου; 
Την σύγκριση. 
Ούτε θα σε συγκρίνει, ούτε θα τον συγκρίνεις. Ούτε θα σε βάλει στο σακί με τη μάζα, ούτε θα τον βάλεις στο σακί με τη μάζα. Ξέρεις γιατί; 
Γιατί ο άνθρωπός σου, δεν χωράει σε μέτρα και σταθμά. 
Δεν είναι λίγο έρωτας, λίγο αγάπη, περίπου φίλος, κομματάκι εραστής, πολύ από το ένα και λιγότερο από το άλλο. 

Είναι ο άνθρωπός σου και μαζί ζείτε όλα τα κομμάτια της ζωής. 

Μοιράζεστε το πάθος, τον πόθο, την επιθυμία, την τρέλα. 
Μοιράζεστε την καθημερινότητα, τα άγχη, τις απογοητεύσεις, τις προσδοκίες, τις αναποδιές. 
Συζητάτε για τα όλα χωρίς “προγραμματικές δηλώσεις” που ο ένας απαγγέλει κι ο άλλος κάνει ότι ακούει.
Μπορείτε να μιλάτε για ταξίδια, για αθλητικά, για βιβλία, για τους ανθρώπους γύρω σας ή μπορεί να μοιράζεστε και μια σιωπή. 
Όχι αμήχανη. Όχι κενή. Όχι γιατί δεν έχετε κάτι να πείτε. Αλλά γιατί ακόμα και στην σιωπή, μοιράζεστε. 

Ένα μοίρασμα είναι η ζωή με τον άνθρωπό σου. 
Μοίρασμα του ίδιου σου του εαυτού που για πρώτη φορά, είναι ελεύθερος. 
Δεν φορά πανοπλία, δεν χρειάζεται ασπίδα. 
Ένα αμοιβαίο μοίρασμα ζωής χωρίς διαπραγματεύσεις, ψιλά γράμματα, παιχνίδια δύναμης και εξουσίας. 
Ο άνθρωπός σου δεν θα σου επιβληθεί ποτέ. 
Δεν θα σου επιβάλλει ποτέ. 
Απλά γιατί δεν χρειάζεται.. 

Σε νιώθει, σε ακούει, σε αφουγκράζεται, σε αντιλαμβάνεται.. γιατί μοιράζεστε αυτό το αμοιβαίο μαζί!

 

Uncategorized

Οι εύκολες πληγές κλείνουν με ράμματα. Οι αληθινές, θέλουν μπάλωμα την ψυχή της μάνας!

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου

Μου λέει ένα (ακόμα) από τα κορίτσια μου στο Loveletters πως περιμένει μωράκι.. χαμογελάω και της δίνω μόνο μια συμβουλή.. «κοιμήσου τώρα που μπορείς»

Γελάει γιατί της λένε όλοι το ίδιο. Ναι.. κοιμήσου.
Κοιμήσου τώρα όχι για να αντέξεις τους κολικούς και τα τρίωρα μέχρι να βρει ρυθμό στον ύπνο.
Κοιμήσου τώρα γιατί μετά θα έχεις πάντα ένα κομμάτι σου ξύπνιο.

Ένα κομμάτι που θα τα αναζητάει όταν δεν είναι κοντά σου.
Ένα κομμάτι που θα ανησυχεί όταν δεν είναι γύρω σου.
Ένα κομμάτι που θα ξαγρυπνά μέχρι να ταξιδέψουν άλλοτε στη χώρα του ποτέ κι άλλοτε σε δάση με νεράιδες. Κοιμήσου τώρα γιατί μετά, όσο ανεξάρτητα κι αν γίνουν, όσο ελεύθερα κι αν τα αφήσεις να κινούνται στην ζωή, ένα κομμάτι σου θα βρίσκεται μέσα τους και θα είναι εκείνο που δεν θα κοιμάται ποτέ!

Θα είναι εκείνο που θα τους μιλάει ψιθυριστά όταν θα πονάει η ψυχή τους.
Θα είναι εκείνο που θα τους παίρνει αγκαλιά όταν θα κρυώνει η πληγή κάποιας προδοσίας.
Θα είναι εκείνο που θα πέφτει κάτω και θα στέκεται στα πατώματα δίπλα τους μέχρι να βρουν τη δύναμη να σηκωθούν.

Γιατί οι εύκολες πληγές κλείνουν με ράμματα. Οι άλλες, οι δύσκολες, για να κλείσουν, θέλουν μπάλωμα την ψυχή της μάνας.

Γι’ αυτό κοιμήσου τώρα.
Τώρα που μπορείς και είσαι ολόκληρη και σου ανήκεις.
Γιατί σε λίγους μήνες, ένα κομμάτι σου, το πιο ζωτικό, η ψυχή σου, θα κυκλοφορεί εκεί έξω, μέσα σε ένα πλασματάκι που όσο και να μεγαλώσει, για εσένα θα είναι μια σταλιά!
Γιατί το ροζ παραμύθι που ακούς για την μητρότητα δεν υπάρχει. Υπάρχει όμως μια αλήθεια αναμφισβήτητη. ΑΞΙΖΕΙ!!

Άντε… κοιμήσου σου λέω! Τώρα που μπορείς.. και χαμογέλα!! Τα καλύτερα τώρα θα τα ζήσεις!

Uncategorized

20 Νοεμβρίου : Παγκόσμια μέρα δικαιωμάτων του παιδιού

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου

Σήμερα, 20 Νοεμβρίου, τιμάται η Παγκόσμια ημέρα των δικαιωμάτων του παιδιού.

Από το 1990, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών έχει θέσει σε ισχύ τη Διεθνή Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού. Στην χώρα μας, κυρώθηκε το 1992 ενώ μέχρι σήμερα, έχει κυρωθεί από άλλες 193 χώρες.

Οι τρεις ενότητες που περιλαμβάνονται είναι η προστασία του παιδιού από κάθε είδους κακοποίηση, ρατσισμό ή εκμετάλλευση, οι παροχές στην εκπαίδευση, την υγεία, την πρόνοια κτλ και η συμμετοχή στην πληροφόρηση, στην έκφραση γνώμης, στον ελεύθερο χρόνο κτλ.

Είναι ίσως παράξενο να μιλάμε για την προστασία και την διασφάλιση των αυτονόητων για ένα παιδί.

Για την ισότητα των παιδιών, για την προστασία τους από διακρίσεις, για το δικαίωμά τους στην ταυτότητα, για την σωματική και νοητική τους προστασία, το δικαίωμα στην μόρφωση, την ιατρική φροντίδα.

Είναι ακόμη πιο παράξενο να χρειάζεται μια Διεθνής Σύμβαση για να ορίζει την ανάγκη του παιδιού στην ανάπαυση, το παιχνίδι και την ψυχαγωγία, στην άθληση και την ελεύθερη έκφραση της γνώμης και της άποψης.

Και ακούγεται αυτονόητο πως όταν η οικογένεια δεν μπορεί να τα προσφέρει αυτά, θα πρέπει να υπάρχει ένα κράτος έτοιμο να προσφέρει την φροντίδα και την πρόνοια σε αυτά τα παιδιά, όχι περιθωριοποιώντας τα, όχι στιγματίζοντάς τα, αλλά φροντίζοντάς τα και περιθάλποντας τα με σεβασμό.

Τα μόνα δύο κράτη που δεν έχουν κυρώσει αυτή τη Διεθνή Σύμβαση, είναι οι ΗΠΑ και η Σομαλία.

Και για πολλά από τα υπόλοιπα κράτη βέβαια που θέλοντας να αποφύγουν την κατακραυγή υιοθέτησαν την Διεθνή Σύμβαση, πρόκειται για ένα κενό γράμμα. Για λέξεις ανούσιες καθώς τα παιδιά, εξακολουθούν να υποφέρουν από την φτώχεια, από πολέμους και συρράξεις, να είναι στο έλεος ασθενειών και να υφίστανται τις συνέπειες του οικονομικού χάους.

Πιο απλά και στο δια ταύτα μιας μέρας που δεν θα έπρεπε να υπάρχει, κάθε παιδί, έχει δικαιώματα. Για κάθε παιδί, υπάρχει ο Συνήγορος του παιδιού, Οργανώσεις και Επιτροπές στην Ε.Ε για την προστασία του.

Μόνο που το πρόβλημα είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο.

Και μόνο που αναγκαζόμαστε να έχουμε αυτά τα δίκτυα προστασίας έχουμε αποτύχει.

Και μόνο που χρειάζεται να μας υπαγορευτεί πως κάθε παιδί, κάθε ένα παιδί που ανοίγει τα μάτια του σε αυτόν τον κόσμο, έχει δικαίωμα να νιώθει ασφαλές, να νιώθει επιθυμητό, να ζει σε ένα σπίτι που θα μπορεί να του παρέχει τα αυτονόητα, αγάπη, φροντίδα, τροφή, ζεστασιά, έχουμε αποτύχει.

Υπάρχουν δεκάδες οργανισμοί που παρίστανται για να καλύψουν τα κενά που αφήνουν τα κράτη πάνω στην υγεία των παιδιών, πάνω στην δικαιοσύνη και στην σωστή εφαρμογή των νόμων.

Υπάρχουμε και όλοι εμείς, ο καθένας από εμάς, που κοιτάει αλλά δεν βλέπει.

Που συγκλονίζεται κάθε φορά που θα ακούσει στις ειδήσεις για ένα παιδί που λιποθύμησε από ασιτία, εν έτη 2017, στην σύγχρονη Ελλάδα, αλλά δεν κοιτάει το παιδί του δίπλα διαμερίσματος.

Ναι, κοίτα λίγο δίπλα σου! Άσε το τι γίνεται στην άλλη άκρη της γης. Κοίτα μια στιγμή δίπλα σου, απέναντι, παρατήρησε το συμμαθητή του παιδιού σου, μήπως κάτι δεις σε εκείνο.

Υπάρχουμε κι όλοι εμείς, ο καθένας από εμάς, που θα καταδικάσουμε «τον μαλάκα που χαστούκισε το παιδί του μέσα στο δρόμο» αλλά θα βάλουμε τις φωνές στο δικό μας, γιατί… δεν έχει σημασία το γιατί.

Υπάρχουμε κι όλοι εμείς, που τώρα που έρχονται Χριστούγεννα, θα ξεχυθούμε στα bazaars (chic…) και στα charity events (ακόμη πιο chic…) για να δώσουμε το κάτι τις μας και να κοιμηθούμε ήσυχοι το βράδυ έχοντας επιτελέσει το θεάρεστο έργο της φιλανθρωπίας.

Τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου μην αγχώνεσαι, δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι.

Είμαστε κι όλοι εμείς που θα μιλήσουμε και θα αναλύσουμε για τα παιδιά του τρίτου κόσμου, για το aids που μαστίζει και σκοτώνει κάθε χρόνο χιλιάδες, αλλά την ίδια στιγμή, αγνοούμε ή εθελοτυφλούμε μπροστά στις υγειονομικές βόμβες έτοιμες να εκραγούν στα σχολεία των παιδιών μας εδώ, στην Ελλάδα του 2017, από τα ανεμβολίαστα παιδιά.

Γιατί το αυτονόητο δικαίωμα των παιδιών στην διασφάλιση της υγείας τους, δεν είναι τελικά και τόσο αυτονόητο.

Είναι δικαίωμα (νομοθετημένο ή όχι δεν ξέρω) του παιδιού σου να μπορεί να γελάει ελεύθερο. Είναι δικαίωμα του παιδιού σου να νιώθει ασφαλές. Είναι δικαίωμα του παιδιού σου να μπορεί να επιλέξει από το θρήσκευμα μέχρι το ποιον θα αγαπήσει και με ποιον θα προχωρήσει στην ζωή του.

Είναι δικαίωμα του παιδιού σου να πορευτεί στα όνειρά του.

Να λάβει την εκπαίδευση και τις γνώσεις που θα γίνουν εφόδια για να διεκδικήσει αργότερα αυτά του τα όνειρα. Να έχει ελεύθερη πρόσβαση στις πληροφορίες και τα δεδομένα.

Βιασμός δεν είναι μόνο ο σωματικός.

Ο καθένας μας βιάζει την ψυχή του παιδιού του όταν αποφασίζει ερήμην του για το «καλό του» και ακρωτηριάζει την φαντασία του, τις επιθυμίες του, τα θέλω του.

Είναι αναφαίρετο δικαίωμα του παιδιού, του κάθε παιδιού, στο λάθος.  

Το παιδί σου, δεν σου ανήκει. Δεν είναι ιδιοκτησία σου. Δεν είναι περιουσιακό σου στοιχείο. Και το μεγαλύτερο ίσως από τα δικαιώματά του, είναι εκείνο της παρουσίας σου δίπλα του και της άνευ όρων, άνευ ορίων και άνευ συμβιβασμών αγάπης σου για εκείνο.

Μιας τέτοιας αγάπης, που θα γίνει άνεμος για να του δώσει την ώθηση στα φτερά του να ζήσει την ελευθερία!

Uncategorized

Από σένα θέλω να μείνεις για πάντα παιδί… το παιδί μου…

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου.

Είσαι το πρωτάκι μου και τα βουρκωμένα μάτια σου με κάνουν να σου λέω λέξεις «μαμαδίστικες» κι ανούσιες.
Σαν να μην θυμάμαι τον εαυτό μου χρόνια πριν σε ανάλογη θέση.

Και μετά, πάνω από ένα παγωτό φράουλα, μου μιλάς και σε ακούω.
Μου μιλάς για το καινούριο σχολείο που σου φάνηκε μεγάλο και σε τρόμαξε. Δε σου άρεσε ο «αγιασμός» κι εγώ κρυφογελάω.

Ούτε εμένα μου άρεσε ποτέ κι ευτυχώς είχα ανεκτικούς γονείς γιατί στους περισσότερους δεν πάτησα ποτέ.
Κάνεις μια παύση, από εκείνες που ξέρω πως σημαίνουν πως τώρα θα μου πεις κάτι από την ψυχή σου και μου μιλάς για τους φόβους και εκείνα που θες.

Και στο τέλος με ρωτάς, «εσύ τι θες μαμά;»

Όταν μεγαλώσεις θα μάθεις να μην ρωτάς ποτέ μια γυναίκα τι θέλει, σπάνια ξέρει να σου πει. Όμως το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό μου είναι και το ανέφικτο.

Θέλω να μη μεγαλώσεις.
Κι αφού αυτό δεν γίνεται, θέλω να μην ξεχνάς το παιδί μέσα σου όσο μεγαλώνεις. Ξέρω πως το τρομάζει ο κόσμος των «μεγάλων» και του αρέσει να κρύβεται στις σκιές της ψυχής σου, να χάνεται μέσα σε αναμνήσεις με βουτιές στην θάλασσα και μαξιλαροπόλεμους. Όμως εσύ δεν πρέπει να το ξεχνάς. Μην το αφήνεις να βολευτεί στην σιγουριά και την ασφάλεια της σκιάς.

Θέλω να γελάς.
Όποτε το νιώθεις. Όχι όταν στο ζητάνε. Όταν το θες εσύ. Όταν το νιώθεις εσύ. Όχι όταν στο επιβάλλουν οι περιστάσεις.

Θέλω να διαλέξεις συμμάχους.
Εκείνους με τους οποίους θα παίξετε κρυφτό και κυνηγητό. Αμπάριζα και κλέφτες κι αστυνόμους. Εκείνους με τους οποίους θα μαλώσετε και θα τα ξαναβρείτε. Εκείνους που θα χτίσετε μνήμες. Τις αθώες. Τις ανεπεξέργαστες.

Θέλω να μην με ακούς όταν σου βάζω φραγμούς πίσω από υστερικά «πρόσεχε».
Κάνε με τόλμη και θάρρος αυτό που επιθυμεί η καρδούλα σου. Μην με αφήσεις να σου φορέσω βαρίδια και να σε δέσω με αόρατα σκοινιά κοντά μου. Ο κόσμος είναι εκεί έξω. Κι είναι συναρπαστικός. Ανακάλυψέ τον, κι άσε εμένα να συνυπάρχω με τον φόβο και την ανησυχία.

Θέλω να κοιτάς τον ουρανό και να κάνεις όνειρα.
Και να μην σκεφτείς ούτε για μια στιγμή πως τα όνειρα αυτά δεν θα τα ζήσεις!!

Θέλω να σου ζητάω συγγνώμη όταν κάνω λάθη κι εσύ να με συγχωρείς με αυτά τα τεράστια καστανά σου μάτια.

Θέλω να ρωτάς το αναπάντεχο και να αναζητάς το απροσδόκητο. Να μην σου αρκεί η απάντηση στην ερώτηση. Να μην σου αρκεί το μάθημα. Να θες το παρακάτω. Εκεί που ακούς το «ζήσανε όλοι καλά κι εμείς καλύτερα», εσύ να αναρωτιέσαι για το «και μετά…;»

Θέλω να ταξιδέψεις. Να ανοίξεις τα μάτια σου και το μυαλό σου να γεμίσει εικόνες. Εικόνες τόπων και πολιτισμών. Ανθρώπων που θα τους κρίνεις από το χαμόγελο και την ματιά τους κι όχι από το χρώμα και την γλώσσα που μιλάνε.

Θέλω να μάθεις να δίνεις. Κι ας μην σου περισσεύει.
Από αυτό που δεν σου περισσεύει να μοιράζεσαι.

Κι όταν τα βρεις δύσκολα να κλείνεις τα μάτια και να φωνάζεις το παιδί μέσα σου. Εκείνο που δεν θα το χωρέσεις ποτέ σε πρέπει.

Κι άσε εμένα να ανησυχώ για σένα.
Να φοβάμαι για σένα και να σε κοιτώ τις νύχτες να γελάς μέσα στον ύπνο σου και να ταξιδεύεις στα όνειρά σου στην χώρα του Ποτέ – Ποτέ, ανάμεσα σε πειρατές και νεράιδες.

LoveLetters

Uncategorized

Χάρισε στα παιδιά όλο τον κόσμο τους: εσένα.

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου.

«Βιάσου κορίτσι μου»
«Έλα τελείωνε με αυτά τα δημητριακά αγοράκι μου»
«Έλα πάμε λίγο πιο γρήγορα»

Όχι. Δεν είναι στρατιωτικές εντολές.
Είναι καθημερινές, πρωινές φράσεις που το μεσημέρι γίνονται πιο κοφτές και το βράδυ πια όταν η κούραση βαραίνει πιο πολύ χάνουν κάθε γλυκάδα που μπορεί να κουβαλάει το «κορίτσι μου» ή το «αγοράκι μου».

Δεν το καταλαβαίνεις. Δεν προλαβαίνεις να δεις την εικόνα σου την στιγμή που κρατάς ένα μπολ δημητριακών με το ένα χέρι, μια οδοντόβουρτσα και μια χτένα με το άλλο και κάπου στο ενδιάμεσο προσπαθείς να ταιριάξεις ρούχα, κάλτσες και να μην φορέσεις ανάποδα τα παπούτσια στα παιδιά σου (ή στον εαυτό σου ενίοτε).

Κάνε μια παύση.
Σώπασε!

Το σχολείο και το νηπιαγωγείο και η δουλειά σου θα είναι εκεί και σε πέντε λεπτά.
Δεν έγινε τίποτα αν αντί για 08.00 πας στις 08.05.
Σώπασε λίγο μάνα μου και κοίτα τα.

Όχι επιφανειακά. Όχι αεράτα.
Κοίτα τα. Ουσιαστικά μέσα στα μάτια τους που οι αλήθειες ακόμα δεν φοράνε μάσκες και δεν επιτηδεύονται αλλά και δεν δωροδοκούνται.

Και μην μου λες πως χαμογελάς, δεν φωνάζεις και τους μιλάς γλυκά.
Πριν τη γλυκιά – και καλά- προσφώνηση, έχεις δώσει την εντολή. Και αυτά τα μικρά, τετραπέρατα τερατάκια τσέπης, δεν τα ξεγελάς.

Έζησαν 9 μήνες μέσα στο σώμα σου. Μοιραστήκατε χτύπους καρδιάς, αγωνίες και άγχη που δεν ομολόγησες ποτέ και τα κάλυψες με αυτό το ίδιο χαμόγελο που έχεις και τώρα στο πρόσωπό σου.

Από αυτά λοιπόν δεν μπορείς να κρυφτείς. Αυτά ξέρουν πότε προσποιείσαι. Τα μάτια τους διαβάζουν την ψυχή σου και αποκωδικοποιούν κάθε λέξη σου και κάθε σκέψη σου.

Μην προσπαθείς να τους κρυφτείς.

Ξέρω, έχεις βάλει πάλι την μυστική στολή της Super Mum και στις 06.00 εσύ είσαι ήδη δυο ώρες μπροστά και έχεις φτάσει στο σχολείο. Και όσο φεύγετε για το σχολείο εσύ ταξιδεύεις στα χίλια και ένα πρέπει της μέρας σου.

Στο Super Market που θα πρέπει να πας, στους λογαριασμούς που θα πρέπει να πληρώσεις, στα ρούχα που δεν μάζεψες κι αν βρέξει θα τα ξαναπλύνεις, στην ηλεκτρική που πάλι ξημερώματα θα την βάλεις, στα πρέπει που θα υπηρετήσεις.

Κάνε όμως μια παύση.
Πάρε μια ανάσα.

Ότι τώρα σε απασχολεί, θα είναι εκεί και σε πέντε και σε δέκα και σε δεκαπέντε λεπτά. Πάρε μια ανάσα και χάρισέ τους λίγα αληθινά λεπτά.

Χωρίς να κρατάς κινητό. Χωρίς να υπολογίζεις χρόνο, χωρίς να μετράς τα λεπτά και τα λεφτά που δεν έχεις.

Κλείσε τα μάτια, καθάρισε και βγάλε απ’ έξω όλα εκείνα που θολώνουν τα μάτια σου και κράτα τα σφιχτά.

Γαργάλησέ τα, άστα να σου ανακατέψουν τα μαλλιά και φίλησέ τα. Πάρε δύναμη από την χαρά τους και ζωή από το γέλιο τους.

Κι εκείνα θα στο ανταποδώσουν.

Είναι πανέξυπνα τα άτιμα. Ξέρουν τι «θυσίασες». Ξέρουν τα πάντα. Και με τα λίγα αληθινά λεπτά που τους έκανες δώρο, εκείνα θα κάνουν πιο γρήγορα. Θα βιαστούν χωρίς να τους το πεις. Θα βάλουν μπουφάν και θα πάρουν τις τσάντες τους και θα σε περιμένουν στην πόρτα αντί να τα περιμένεις.

Ξέρω, αλήθεια ξέρω!
Το άγχος, την πίεση, το φόβο, το γκρι που βάλαμε για χρώμα στις μέρες μας.

Το αντίδοτο το κρατάς στα χέρια σου.
Κι είναι δύσκολο, πολλές φορές απάλευτο κι ακατόρθωτο.
Μα σκέψου λίγο, πώς θες να σε θυμούνται στις παιδικές τους μνήμες.

Μπορεί εσύ, όπως κι εγώ, να τα φωτογραφίζεις και να κλειδώνεις στο χρονοντούλαπο τις στιγμές τους για να μην τις ξεχάσεις ή για να τις έχεις για φυλαχτό στα χρόνια που θα έρθουν.

Εκείνα όμως, δεν έχουν φωτογραφική μηχανή. Δεν θα κάνουν review στις φωτογραφίες και δεν θα σβήσουν τις θολές. Έχουν μνήμη. Και στην μνήμη τους χτίζεις την εικόνα σου. Χτίζεις την ανάμνησή σου. Χτίζεις εκείνο που θα είσαι ανεξίτηλα χαραγμένο μέσα στην ψυχή τους.

Μην γελιέσαι. Ξέρουν πως τα αγαπάς. Ξέρουν και πως τα νοιάζεσαι. Ξέρουν και πως θα έδινες την ζωή σου για εκείνα.

Κάνε κάτι πιο απλό λοιπόν. Δώσε λίγο παραπάνω από το χρόνο που δεν έχεις και κοίτα τα. Χάρισέ τους το αληθινό σου γέλιο.

Χάρισέ τους αυτό που για εκείνα, είναι ο κόσμος τους όλος.

Εσένα.

LoveLetters

Uncategorized

Τον λένε παιδικό καρκίνο και νικιέται!

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου.

Πάνε χρόνια από εκείνη την απόπειρά μου να απαρνηθώ την θάλασσα και τον Πειραιά μου και να μείνω στο κέντρο της Αθήνας. 
Ψαρωμένη και καθόλου Αθηναία, ο δρόμος μου με έβγαλε στην Μικράς Ασίας. 
Έναν πανέμορφο δρόμο με δέντρα που ακόμα και τώρα αν με ρωτήσεις, δεν ξέρω να σου πω αν είναι Ζωγράφου, αν είναι Ιλίσια ή αν είναι Γουδί..

Μεταξύ τακτοποιώ και συντονίζομαι με τον έξω κόσμο, άρχισα να ψάχνω τα γύρω γύρω.
Μανάβης δίπλα, ψιλικατζίδικο παραδίπλα, DVD club απέναντι.. μια γειτονιά.. όμορφη γειτονιά.

Κι όταν πέρασαν οι μέρες κι άρχισα να παρατηρώ λίγο πιο προσεκτικά γύρω μου, είδα πως εκεί έξω ήταν κάτι γονείς, διαφορετικοί από τους  συνηθισμένους.

Τους συναντούσες στα μαγαζιά της γειτονιάς, μοιάζαν να είναι από κάπου εκεί κοντά αλλά δεν ήξερα από πού.
Δεν ήξερα μέχρι τότε ότι στην Μικράς Ασίας, ήταν ο ξενώνας Ελπίδα.

Single ακόμα..παρατηρούσα από μακριά κι αποστασιοποιημένα το βλέμμα των γονιών.. είχαν μια μελαγχολία τα μάτια τους.

Είχαν μια αγωνία και έναν πόνο. Κι από την άλλη είχαν μια δύναμη, ένα πείσμα.
Ήταν ένα βλέμμα που το είχαν όλοι.. Όλοι εκείνοι που συνόδευαν τα παιδιά με τις μασκούλες..
Στην προστατευμένη γυάλα μου, δεν είχα δει ποτέ ξανά γονείς με τα παιδιά με τις μασκούλες και τα σκουφάκια.

Ναι.
Αυτό ήταν το κοινό τους.
Τα παιδιά με τις μασκούλες.

Τα παιδιά που νοσούσαν από καρκίνο και δεν είχαν το δικαίωμα να κολλήσουν ούτε ένα τόσο δα κρυωματάκι από εκείνα που όλα τα πιτσιρίκια θέλουν προκειμένου να γλυτώσουν κάνα μάθημα.

Όχι. Αυτά τα παιδιά, ήταν διαφορετικά. 
Αυτά τα παιδιά θα θέλανε να πηγαίνουν σχολείο κάθε μέρα.
ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ! Και τις Κυριακές ακόμα..
Αυτά τα παιδιά θα θέλανε να είχαν και τις διπλάσιες ώρες μαθημάτων και δεν θα τα ένοιαζε.
Θα σήμαινε πως στο πρόγραμμά τους λέξεις όπως καρκίνος, χημειοθεραπεία, λευκοκύτταρα, δεν θα είχαν μπει ποτέ!

Ήταν τα παιδιά με τα σκουφάκια και τις μασκούλες που σε κοίταγαν με τα τεράστια μάτια τους και σε έκαναν να ντρέπεσαι για τα νεύρα που είχες λίγο πριν επειδή δεν βρήκες εύκολα να παρκάρεις και σου είχε σπάσει τα νεύρα κάποιος στο γραφείο.

Ήταν τα παιδιά με το μεγάλο χαμόγελο!
Ναι ρε φίλε, ΑΥΤΑ τα παιδιά ξέρουν να χαμογελάνε.
ΑΥΤΑ τα παιδιά ξέρουν την αξία να χαμογελάνε γιατί αυτά δίνουν την μάχη για να έχουν το δικαίωμα να χαμογελάσουν. 
ΑΥΤΑ τα παιδιά, εξαγοράζουν κάθε μέρα το χρόνο τους και ξέρουν πως δεν τον έχουν για πέταμα!
ΑΥΤΑ τα παιδιά ξέρουν πόσο ακριβή είναι μια αγκαλιά. Πόσο σπουδαίο είναι ένα πρωινό με παιδικά και μερέντα στο κρεβάτι.

Ξέρουν πόσο ανεκτίμητο είναι ένα πρωινό στις κούνιες!
Ναι, στις κούνιες.
Εκεί που το φυσιολογικό είναι απαγορευμένο γιατί δεν πρέπει να χτυπήσουν, δεν πρέπει να πέσουν, δεν πρέπει….

Δεν πρέπει να είναι παιδιά.

Πρέπει να παίξουν σε ένα παιχνίδι ενηλίκων την παιδικότητά τους και να κερδίσουν. 
Να κερδίσουν την ζωή. Να κερδίσουν το θάνατο. Να κερδίσουν το χαμόγελο. 

Κάθε χρόνο, 300 τέτοια παιδιά θα μπουν στην αρένα.
Κάθε χρόνο οι γονείς των παιδιών αυτών θα ξεχάσουν τα παιδικά ανέμελα γέλια, θα ξεχάσουν την κανονικότητα και την ρουτίνα και θα ριχτούν στην μάχη με τα παιδιά τους.

Κάθε μέρα, και τις 365 μέρες του κάθε χρόνου, αυτά τα παιδιά κι αυτοί οι γονείς, θα απαιτούν μόνο να μην τους κοιτάς σαν εξωγήινους. Να μην τους λυπάσαι. Μην τολμάς καν να νιώθεις οίκτο!

ΑΥΤΟΙ είναι γενναίοι.
ΑΥΤΟΙ είναι μαχητές.
ΑΥΤΟΙ ζητάνε να μάθεις να τους κοιτάς στα μάτια και να μην παίρνεις το βλέμμα σου μακριά δήθεν συγκινημένο, δήθεν βουρκωμένο, δήθεν πονεμένο.

Άπλωσε το χέρι σου, πιάσε το δικό τους και δώσε ΔΥΝΑΜΗ. 
Δώσε χαμόγελο. Δώσε θετική ενέργεια. Δώσε χρόνο.
Δώσε ακόμα κι από αυτό που δεν έχεις.

Μόνο μην τολμήσεις να (τους) λυπηθείς.
Γιατί αυτοί, χάσουν κερδίσουν, έχουν ΗΔΗ στεφτεί νικητές.

Νικητές της ζωής. 

Κι αν θες να κάνεις κάτι πραγματικά ουσιαστικό, τώρα, μπορείς να βοηθήσεις ενεργά! 

Γίνε εθελοντής

LoveLetters

Uncategorized

Χτίσε με τα παιδιά σου μια ζωή γεμάτη αναμνήσεις

Η αγάπη είναι η μνήμη. Οι αναμνήσεις που συλλέγονται σε ένα νοερό άλμπουμ, η μία πίσω από την άλλη και ξεπετάγονται ολοζώντανες σε κάθε τους ανάκληση.

Η αγάπη είναι η θύμηση. Κι όσο πιο πολύ αγαπάς, τόσο πιο πολλά θυμάσαι.

Θυμάσαι τον ήχο που έκανε το στόμα του όταν πρωτοθήλασε. Το πρώτο χαμόγελο, φαφούτικο και σαλιωμένο. Την πρώτη βόλτα: φορούσε τα μικροσκοπικά ρουχαλάκια του και κοιτούσε από το καρότσι τον καινούργιο κόσμο. Κι εσύ ήσουν εκεί και προσπαθούσες να δεις τον κόσμο με τα δικά του μάτια. Και τα θυμάσαι όλα: τα δέντρα που υψώνονταν προς πάνω, τα σύννεφα που πήγαιναν και ερχόντουσαν, σχεδόν χορευτικά, στον ουρανό’ εκείνη την μέρα ήταν τόσο γαλάζιος που σε πονούσε η ομορφιά του.

Θυμάσαι τη μέρα που περπάτησε κυνηγώντας μία πεταλούδα στο πάρκο. Ή τη μέρα που πάτησε για πρώτη φορά το κουμπί της τηλεόρασης- τι γέλια έκανε… Τη μέρα που φόρεσε πρώτη φορά αθλητικά’ καμάρωνε κοιτώντας τα και μετά έβγαλε το ένα και το δάγκωσε, γιατί έβγαζε δόντια και πονούσε.

Όσο πιο πολύ αγαπάς, τόσο πιο έξυπνη γίνεται η μνήμη.

Κάθεται και θυμάται λεπτομέρειες η μνήμη. Το τραγούδι που χόρεψες αγκαλιά με το μωρό’ ήταν ένα φωνακλάδικο ροκ και εκείνο σκιρτούσε ενθουσιασμένο μέσα στα μπράτσα σου. Εκείνο το πρώτο καλοκαίρι που είδε τη θάλασσα’ δεν περπατούσε καν, του κρατούσες τα χέρια, άφηνες τα πόδια του να αγγίξουν το νερό και εκείνο ξεφώνιζε ξετρελαμένο. Μετά καθίσατε μαζί στην άμμο, μοιραστήκατε ένα μπισκότο, μισό στο δικό του στόμα και μισό στο δικό σου και όταν το μπισκότο τέλειωσε, το στόμα σου ακούμπησε το δικό του. Και θυμάσαι και τα γύρω- γύρω, τις εικόνες που στόλιζαν εκείνη τη στιγμή. Τον ήλιο που βουτούσε στο βασίλεμά του και έσβηνε πίσω από τη θάλασσα, το αλμυρίκι που σας κοιτούσε πίσω από την πλάτη σας, τις πέτρες που γυάλιζαν βρεγμένες ολόγυρά του. Μετά, έβαλε μία πέτρα στο στόμα και κατατρόμαξες. Και το μάλωσες, και μετά εκείνο έκλαψε, και μετά το αγκάλιασες και εκείνο χαμογέλασε.

Θυμάσαι τα παραμύθια που του διάβαζες, δίπλα του, κάτω από το πάπλωμα, και καμιά φορά πηδούσες σελίδες αλλά εκείνο δεν ξεγελιόταν και σε έβαζε να ξαναδιαβάσεις από την αρχή. Θυμάσαι εκείνες τις νύχτες, το γλυκό φως από το λαμπατέρ που σε έκανε κι εσένα να νυστάζεις, τη μυρωδιά από τις φρεσκοπλυμένες πιτζάμες του, τον ανάλαφρο τρόπο που έκλειναν τα βλέφαρά του όταν το έπιανε ο ύπνος. Ευχόσουν να κοιμηθεί, να κοιμηθεί επιτέλους, κι όταν τελικά κοιμόταν, σου έλειπε τόσο πολύ…

Θυμάσαι τη μυρωδιά από τοστ τα πρωινά, το στόμα του που μύριζε νύστα, το πρώτο ρούχο που έβαλε για να πάει σχολείο, κι εκείνη την τσάντα με τα λαγουδάκια που κρεμόταν στην πλάτη του όταν μπήκε για πρώτη φορά στην αυλή του νηπιαγωγείου. Θυμάσαι το σώμα του να σχίζει το νερό της πισίνας στο κολυμβητήριο, και σε κάθε βουτιά να αγωνιάς, να σταματάς να αναπνέεις ώσπου να δεις το κεφάλι του να αναδύεται στην επιφάνεια. Θυμάσαι τον πρώτο αγώνα μπάσκετ, έπαιξε μόνο τρία λεπτά, δεν έβαλε κανένα καλάθι, αλλά τι δυνατές φαινόταν οι γάμπες του μέσα από τις μακριές τις κάλτσες… Θυμάσαι που του ‘μαθες την προπαίδεια τραγουδιστά για να μην την ξεχάσει: « Τέσσερις- τέσσερις δεκάξι κι η μύτη σου θα πετάξει…» Ή την άλλη τη φορά, στις εξετάσεις, που έμαθες απ’ έξω την ιστορία, κρατώντας το βιβλίο μέχρι τα ξημερώματα. Είδατε μαζί την ανατολή, κι όλα φαινόταν φρέσκα, σαν να μην τα είχες ξαναζήσει, και μετά σου είπε: « Κάνε μου ένα φραπέ..» και εσύ είπες μέσα σου: « Θεέ μου, πότε έφτασε να πίνει καφέ, σαν χθες ήταν που έπινε μόνο γάλα».

Θυμάσαι την φορά που αγόρασες το βιβλίο αστρονομίας, και κοιτούσες μαζί του τους πλανήτες και τις μαύρες τρύπες, και μάθαινες μαζί του τα μυστικά του σύμπαντος, και πως η Αφροδίτη δεν είναι καθόλου όμορφη από κοντά, όλο φωτιές και κρατήρες και όλο σύννεφα από θειϊκό οξύ και τότε γύρισε και σε ρώτησε: « Πόσο μ’ αγαπάς;» και εσύ απάντησες: « Σε αγαπώ με όλη τη δύναμη που κρύβουν όλοι οι γαλαξίες μαζί…» και ήταν το πιο ποιητικό πράγμα που έχεις πει στη ζωή σου.

Να φτιάχνεις κοινές αναμνήσεις. Αυτό είναι αγάπη. Να μεγαλώνει δίπλα σου και η μνήμη σου να φωτογραφίζει το κάθε λεπτό της ζωής του. Να θυμάσαι το μαύρο φούτερ που έβαλε στο πρώτο ραντεβού, το υπερβολικό άρωμα που ψέκασε πάνω του για να της κάνει εντύπωση, το ύφος που είχε όταν γύρισε σπίτι. Να θυμάσαι εκείνον τον πυρετό που κράτησε μερόνυχτα, αντιπυρετικά και κομπρέσες στο μέτωπο και αγωνία στο δικό σου κεφάλι και προσευχές στο στόμα σου άηχες. Να θυμάσαι πως όταν συνήλθε και σε είδε αναμαλλιασμένη και άυπνη, σου είπε: « Χάλια είναι τα μαλλιά σου, πρέπει να πας κομμωτήριο» και εσύ γέλασες με την καρδιά σου που είχε συνέλθει τόσο ώστε να προσέχει τα χάλια σου.

Η αγάπη είναι μνήμες.
Η αγάπη απαιτεί να θυμάσαι.

Απαιτεί να θυμάσαι εκείνο το βράδυ στο εξοχικό, στην ταράτσα, με τις Περσείδες να αυλακώνουν τον ουρανό, με τις πολύχρωμες ουρές τους να αφήνουν πίσω την τροχιά τους, χωμένοι μέχρι το λαιμό σε κουβέρτες κατάχαμα. Ο ουρανός ερχόταν καταπάνω σας, τα πεφταστέρια φτάνανε στα χέρια σας, τα κεφάλια σας ήταν δίπλα – δίπλα. Όλα τα θυμάσαι.

«Τι ευχή έκανες;» σε ρώτησε.

« Να έχουμε υγεία για να φτιάχνουμε αναμνήσεις» απάντησες. Και γύρισε και φίλησε το μάγουλό σου και είπε: « Αχ, βρε μαμά…». Και θυμάσαι πως αυτό ήταν το πιο ποιητικό πράγμα που έχεις ακούσει στη ζωή σου.

Αγάπη είναι οι κοινές αναμνήσεις.

Πολλές πολλές αναμνήσεις, η μία δίπλα στην άλλη που κάνουν μία συνέχεια, ένα κομπολόϊ αγάπης. Όσο πιο πολύ αγαπάς, τόσο πιο πολλά θυμάσαι, τόσο πιο πολλά λαχταράς να νιώσεις για να θυμηθείς…. Να μεγαλώνει δίπλα σου και να διψάς να καταγράψεις τις στιγμές του. Αυτό είναι αγάπη. Είναι η μνήμη που δεν θέλει ποτέ της να χορτάσει…

Γράφει η Γιώτα Στεφάνου

Πηγή