Words

Μην μου ζητάς άλλο, εκείνο το “ήρεμα” και “ήσυχα”..

Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου.

Δεν θέλω την ησυχία μου μωρό μου.
Θέλω την αλήθεια ειπωμένη χωρίς μάσκα.
Δεν θέλω την ησυχία μου και την βολή μου μάτια μου.
Θέλω να ανακατέψω την άμμο της θάλασσας.
Να βουτήξω μέσα της χωρίς ανάσα και με τα μάτια ανοιχτά..

Θέλω να κοιτάω την άμμο να αποκαλύπτει τα μυστικά της και να τα κάνει ένα με την θάλασσα.
Την δική μου θάλασσα.
Εκείνη που δεν μοιράστηκα, δεν χάρισα και δεν μου χαρίστηκε.
Εκείνη τη θάλασσα που με έκανε δικιά της.
Εκείνη τη θάλασσα που με έκανε ένα μαζί της.

Δεν θέλω να προσέξω άλλο.
Πρόσεξα αρκετά.
Περπάτησα καιρό προσέχοντας τις λακκούβες.
Τώρα δεν με νοιάζει αν θα πέσω μέσα.
Κι αν πέσω, δεν πειράζει.
Θα σηκωθώ ξανα.
Θα σκουπίσω τις βρωμιές, θα τινάξω τα χώματα και θα κοιτάξω τον ήλιο στα μάτια.

Κι αν είναι η ώρα να ρισκάρω άλλον έναν θάνατο, εγώ θα ποντάρω στη στιγμή που θα ξαναγεννηθώ.
Θα ποντάρω ξανά στην ζωή, θα ποντάρω στο ότι θα μείνω για εκείνους.. τους λίγους.. τους ανθρώπους μου.
Για εκείνους που αντέχουν τις σιωπές μου και τις μέρες που κλείνομαι.

Μην μου ζητάς λοιπόν εκείνο το “ήρεμα” και “ήσυχα”..
Δεν το θέλω. Δεν το αντέχω.
Θέλω το άλλο…
Θέλω το όλα και πολύ.
Θέλω το έντονα και ας πονέσει.
Θέλω μια ζωή που θα τελειώσει “πλήρης στιγμών” κι ας ήταν τυλιγμένες στην ανασφάλεια.
Θέλω ανθρώπους που θα είναι δικοί μου.
Άνθρωποι που θα κλείνουμε μέσα μας τις στιγμές μας, τις μνήμες μας, ακόμα και τους πόνους μας.

Δεν θα κάνω άλλα αθόρυβα βήματα.
Θα γίνουν πάλι βαθιά τα βήματά μου.
Κι εκεί που θα περάσουν, τα σημάδια θα μείνουν ανεξίτηλα χαραγμένα.
Ακόμα και σαν αέρας που θα περνάω, θα ξεσηκώνω τα κύματα της θάλασσάς σου.

Γιατί τα μέτρια, τα λίγο και τα περίπου, τα έθαψα βαθιά.
Γιατί τον μεγαλύτερο έρωτα, τον ζεις με την ίδια την ζωή.
Γιατί θέλω την ζωή μου γεμάτη, ερωτευμένη.
Και το κυριότερο, την θέλω με τους ανθρώπους μου.

Και μην με κοιτάς με εκείνα τα μάτια τα γεμάτα απορία..
Οι άνθρωποί μου είναι εκείνοι που δεν χρειάζονται ταμπέλες για να υπάρχουν στην ζωή μας.
Είναι οι γονείς, τα παιδιά, οι συγγενείς..
Είναι εκείνοι οι έρωτες που πέρασαν κι άφησαν πίσω τους μια βαθιά αγάπη.
Είναι οι άνθρωποι που μπήκαν στην ζωή μας και ήταν σαν να τους περιμέναμε από πάντα να κλείσουν μια ακόμα ρωγμή.
Είναι οι άνθρωποι χωρίς τίτλο και χωρίς περιγραφή.
Είναι οι άνθρωποί μας..
Είναι εκείνοι που αν κάτι τους συμβεί, αν κάτι πάθουν, η ζωή μας θα γίνει χίλια σμπαράλια.
Είναι εκείνοι που τους κλείνει ο κύκλος της ζωής μας κι όσο πιο κοντά στο κέντρο του κύκλου, τόσο πιο βαθύ το άγγιγμα.
Είναι εκείνοι που μια νύχτα σου είπαν “μην μου πάθεις τίποτα” και έκλεισαν μέσα τους όλα τα ανείπωτα “σ’αγαπώ” της γης.

Για εκείνους θα κάνω την ζωή να αξίζει.
Για εκείνους θα κάνω το θόρυβο που τους αξίζει.
Για εκείνους θα πεθαίνω και θα ξαναγεννιέμαι.
Κάθε μέρα.. κάθε στιγμή… κάθε λεπτό..

Για εκείνους.. τους ανθρώπους της ζωής μου.
Τους παρόντες και τους απόντες…
Τους δικούς μου.

 

Write a comment